Category Archives: Ιστορία
Κορώνα μου

Κορώνα μου
Η συνηθέστερη προσφώνηση στη Μάνη- και την Μέσα και την Έξω- σαν ένδειξη φιλίας και αναγνώρισης της αξίας-σπουδαιότητας του άλλου, είναι το «κορώνα μου» ή κορώνι ή και «κορωνίτσα» για τις γυναίκες στο πιο υποκοριστικό.
Από πού προέρχεται τώρα, εδώ είναι που υπάρχουν εκδοχές που όλες όμως κάπου συνδέονται και από κάπου ξεκινάνε. Κατ’ αρχήν η «κορώνα» είναι αρχαία ελληνική λέξη στη δωρική διάλεκτο, που δανείσθηκαν αργότερα οι λατίνοι και τη συναντάμε και σήμερα στο λεξιλόγιό τους πχ για τον κορωναιό. Αυτό σημαίνει ότι ήταν γνωστή στους μανιάτες τουλάχιστον από την εποχή του Βυζαντίου. Η χρήση της σαν προσφώνηση καθιερώθηκε στα χρόνια της τουρκοκρατίας από την ώρα που συνέβη ένα γεγονός που έμελλε ίσως να αλλάξει τη ροή της ιστορίας.
Οι εναπομείναντες στο Μυστρά ευγενείς από τη Βασιλεύουσα ή και κατευθείαν από τη Βασιλεύουσα, κυνηγήθηκαν όσο κανένας άλλος για προφανείς λόγους από τους Τούρκους και κατά τον 15ο αι. κατέφυγαν στα άπαρτα χώματα της Μάνης. Οι κάτοικοι του Ταινάρου τους υποδέχτηκαν θερμά, θεώρησαν τεράστια τιμή την παρουσία τους και οι ευγενείς του Βυζαντίου ενσωματώθηκαν πολύ εύκολα, σύντομα δε συγγένεψαν με γάμους, ενώ έγιναν και οπλαρχηγοί. Όταν τους μιλούσαν η έκφραση «κορώνα μου» εκτός από άκρως τιμητική παρέπεμπε και στο Βυζάντιο, στα περασμένα μεγαλεία μεν που όμως υπήρχε ο σπόρος και το έδαφος για να ξαναγεννηθούν. Στην πορεία του χρόνου η προσφώνηση «κορώνα-κορώνι» καθιερώθηκε σε όλους τους μανιάτες υπενθυμίζοντας κωδικοποιημένα το «χρέος» που υπήρχε, να απαλλαγεί ο τόπος από τη σκλαβιά και σε ευθεία αντίθεση με το «τουρμπάνι» το σήμα κατατεθέν των Οθωμανών.
Ακολούθως και στο νεοελληνικό κράτος από γενιά σε γενιά, ανεξάρτητα από τις πολιτικές θέσεις του καθενός και το «πολιτειακό» του κράτους, χρησιμοποιείται αυτή η πολύ παλιά προσφώνηση των μανιατών έντονα μέχρι σήμερα.
Βασίλης Πουλημενάκος
Η παρέλαση των Αθανάτων

Η παρέλαση των Αθανάτων
Οι μοναχοί τα σήμαντρα
κτυπούν στα μοναστήρια
και οι παπάδες στα χωριά
βαράνε τις καμπάνες!
Φεγγοβολούνε τα βουνά
αστράφτουν οι ραχούλες,
των Αθανάτων σπήλαια
της Λευτεριάς αγνάντια!
Φέτος γιορτάζει η Λευτεριά
γιορτάζει η Ελλάδα
διακόσια χρόνια Λεύτερα
Χρόνια πολλά Ελλάδα!!
Των Αθανάτων οι μορφές
στο νου μου παρελαύνουν
με άμαξες, με άρματα
λάβαρα και σημαίες
Βλέπω μπροστά τη Λευτεριά
σημαιοστολισμένη
Να ‘χει στη μέση το σπαθί
στον ώμο το ντουφέκι
και να πετάνε γύρω της
διακόσια περιστέρια!
Είναι τα χρόνια τα χρυσά
της παλιγγενεσίας
αντρείωμα του Έλληνα
δόξα, τιμή στο γένος!
Όλος ο κόσμος χαίρεται
κι από χαρά δακρύζει
Όλος ο κόσμος χαιρετά κι εγώ χειροκροτώ!
Των Αθανάτων οι μορφές
μπροστά μου παρελαύνουν
και το μυαλό μπερδεύεται
μέσα στην ιστορία
Ποιός είναι αυτός στη θάλασσα
με τις φωτιές στα χέρια
κι αυτός καβάλα στ΄άλογο
μες την Τριπολιτσά?
Ποιά είναι η αρχόντισσα
που τα νησιά αγκαλιάζει
και ο παππάς που ακολουθεί
με το σταυρό στο χέρι?
Ποιός είναι αυτός στα Σάλωνα
κι αυτοί στο Μεσολόγγι
πολέμαρχοι ή ποιητές
Φιλέλληνες ή ντόπιοι;
Όλος ο κόσμος χαίρεται
κι από χαρά δακρύζει
Όλος ο κόσμος χαιρετά κι εγώ χειροκροτώ!
Οι σκέψεις πάνε κι έρχονται
η μια μετά την άλλη
χάνονται και ξανάρχονται
στου νου μου την οθόνη
Της Άγιας Λαύρας λάβαρα
της Μάνης η Σημαία
τα τείχη της Ακρόπολης
της Πύλου τα κανόνια
Μανιατοπούλες λυγερές
κρατώντας τα δρεπάνια
κι η Θεία Δόξα των Ψαρών
να χαιρετά τα πλήθη.
Όλος ο κόσμος χαίρεται
κι από χαρά δακρύζει
Όλος ο κόσμος χαιρετά κι εγώ χειροκροτώ!
Των Αθανάτων τα παιδιά
μπροστά μου παρελαύνουν
με ενδυμασίες τοπικές
κι ελληνικές σημαίες
Η Ρούμελη και ο Μοριάς
κι όλη η Παλιά Ελλάδα
Μακεδονία ξακουστή
Ήπειρος, Θεσσαλία
κι η Θράκη μ ‘ολα τα νησιά
και το πλατύ Αιγαίο!
Όλος ο κόσμος χαίρεται
κι από χαρά δακρύζει
Όλος ο κόσμος χαιρετά κι εγώ χειροκροτώ!
Τελειώνει η παρέλαση
και ο χορός αρχίζει
Όλοι χορεύουν κυκλικά
και όλοι τραγουδάνε
Λένε τραγούδια της χαράς
τραγούδια της αγάπης
τραγούδια για τη λευτεριά
και τη γλυκιά πατρίδα
Φέτος γιορτάζει η Λευτεριά
γιορτάζει η Ελλάδα
Διακόσια χρόνια λεύτερα
Χρόνια Πολλά Ελλάδα!!
–
Δημήτριος Πουλημενάκος (2021)
Γενεαλογικό δένδρο: Ο Μήτσος Πουλημενάκος
Αναζητώντας της Ρίζες της καταγωγής μας και του ονόματός μας (των Πουλημενιάνων), βρίσκουμε το Γιάννη Πουλημενάκο, σαν τον πρώτο γνωστό πρόγονο, από το χωριό Σκουτάρι του Δήμου Γυθείου και σήμερα Δήμου Ανατ. Μάνης. Είχε κάνει γάμο με την Ελένη Πουλημενάκου (αγνώστου γένους).

Ο Μήτσος Πουλημενάκος στις αρχές του 20ου αι. στο αρχαίο θέατρο Γυθείου
Γεννήθηκε στα 1835 και όλη του τη ζωή -φυσικά αγροτική- την πέρασε στην ίδια περιοχή. Από το γάμο του με την Ελένη απέκτησε δύο παιδιά, τον Παναγιώτη Πουλημενάκο που γεννήθηκε το 1865 και το Μήτσο Πουλημενάκο που γεννήθηκε το 1870.
Ο προπάππος μου Μήτσος Πουλημενάκος (1870-1932) ήταν λιμενεργάτης στο λιμάνι του Γυθείου. Χειριζόταν το μηχανικό βίντζι που φόρτωνε και ξεφόρτωνε τα εμπορεύματα ή οδηγούσε τις μαούνες στα εμπορικά καράβια και λόγω της ιδιότητας αυτής ήταν πολύ χειροδύναμος. Παντρεύτηκε την Παναγιώτα (Πότα) Κουντούρη από φερτή Τσιριγώτικη οικογένεια κι έκαναν 5 παιδιά: την Ελένη, τον Γιάννη, τον Βασίλη (τον παππού μου), την Μαργαρίτα και τον Νίκο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Δημοτολογίου του Δήμου Γυθείου κατά την περίοδο των χρόνων 1860 έως 1890 παρουσιάστηκε μεγάλος αριθμός κατοίκων που εντάχθηκαν στα Δημοτολόγια (νεοεγγραφέντες) που ήλθαν στο Γύθειο από όλα τα χωριά της Μάνης για λόγους εργασίας. Έτσι εικάζεται πως κατά την περίοδο αυτή ήλθε και η οικογένεια Πουλημενάκου στο Γύθειο από το Σκουτάρι.
Επίσης στα χρόνια αυτά ήλθαν στο Γύθειο για δουλειά και οι οικογένειες Κουντούρη από τα Κύθηρα (Τσιρίγο), η οικογένεια Λιγνού (Σαντορινιού) από το νησί της Σαντορίνης και η οικογένεια Βαβουγιού από τον Αγ. Νικόλαο (Μελτινοχώρια) Γυθείου. Αυτές οι οικογένειες μαζί με την οικογένεια Πουλημενάκου απέκτησαν με γάμους συγγενικές σχέσεις και έζησαν με εργασίες κατασκευής λιμενικών έργων, με εργασίες εμπορικές και με άλλες επαγγελματικές ασχολίες στα πλαίσια της ανάπτυξης του λιμανιού και της όλης πόλης του Γυθείου.
(πληροφορίες από το γενεαλογικό δέντρο-βιβλίο της οικογένειας)

ΚΥΠΡΙΣ- Η ΑΝΑΔΥΩΜΕΝΗ ΤΗΣ ΠΑΦΟΥ

ΚΥΠΡΙΣ- Η ΑΝΑΔΥΩΜΕΝΗ ΤΗΣ ΠΑΦΟΥ
Κύπρις- Η αναδυωμένη της Πάφου
(του Δημητρίου Πουλημενάκου)
Άνοιξαν τα ουράνια
τα Σύμπαντα βουίσαν,
κάθισα κι αφουγκράστηκα
ν’ ακούσω τι θα πουν!
-Αντιλαλούν τα πέρατα
οι γαλαξίες σειούνται,
θεοβροντές και κεραυνοί
δρεπανοφόρα νέφη,
τρανοί θεοί να μάχονται
ποιος θα μας διαφεντεύει!
—
Θεομαχία στα ψηλά
θεομηνία κάτω,
ο Ήλιος άλλαξε τροχιά
τ’ αστέρια ξεστρατίσαν,
ο Ουρανός πληγώθηκε
η Γαία στα χαμένα,
αίμα και δάκρυ η βροχή
στη θάλασσα της Πάφου,
στα αφρισμένα κύματα
μέσα στην καταχνιά!
—
-Και σαν κοπάσει ο χαλασμός
και ηρεμήσει η πλάση
τρία φεγγάρια ήλιοι
φωτοβολούν τον τόπο,
παίζουνε μέσα στο γιαλό
ρομαντικά παιχνίδια
ερωτικό προμήνυμα
στης Κύπρου τα νερά!
—
Χρυσή βροχή από ψηλά
με τ’ Ουρανού το αίμα
να σμίγει με τ’ αφρόγαλο
στων φεγγαριών τους ήλιους,
να ξεπροβάλει η Ομορφιά
η Ουρανία κόρη,
να αναδύεται γυμνή
σ’ ολόλευκο κοχύλι
και να τη συνοδεύουνε
άσπρα περιστεράκια!
—
-Λάμπει η θεά απ’ ομορφιά
ακτινοβολούν τα κάλλη,
όλα μυρίζουν έρωτα,
όλα μυρίζουν χάρη!
Ο ουρανός καθάριος
στα ερωτικά η πλάση!
—
Χαίρεται ο Ήλιος στα ψηλά
και κάτω η Ημέρα,
η Ομορφιά γεννήθηκε
μεσ’ το γιαλό της Πάφου!
Όλοι την καλοδέχτηκαν
πανηγυρίζει η Πάφος,
ρίχνουν λουλούδια στο γιαλό
μοσχοϊτιές στο διάβα!
—
Οι ΄Ωρες και οι Χάριτες
στα χέρια τη σηκώνουν,
την ανεβάζουν στα ψηλά
της Πάφου τα παλάτια,
τη ντύνουν στα ολόλευκα,
με άνθη τη στολίζουν
και της φορούν αρώματα
της Κύπρου θεία δώρα!
—
-Αφρόλουστη, Αφρόμορφη
και Αφρογεννημένη
η Κύπρις μπαίνει στο ναό
και στο δικό της σπίτι,
την ανεβάζει σε θρονί
ο Ιερός Κινύρας
και με χλαμύδα του Έρωτα
την ντύνει θεϊκά!
—
Τις φεγγαρόλουστες βραδιές
και τις ζεστές ημέρες
παρέα με τις όμορφες
της Πάφου τις Νεράιδες,
στα ακρογιάλια περπατά,
τη δύση αγναντεύει,
πίνει νερό απ’ τις πηγές
του Τρόοδου, τ’ Ολύμπου
και ατενίζει από ψηλά
την ομορφιά της Κύπρου!
–
-Αφροδίτη!
Θεία Ουράνια Ομορφιά
και Ελληνίδα κόρη,
να μην ξεχνάς τις ρίζες σου,
το σπίτι, τους δικούς σου,
Όλυμπο, Πενταδάκτυλο,
Κερύνεια, Σαλαμίνα,
ο ερχομός σου θαλπωρή
το πέρασμά σου πόθος,
ο έρωτάς σου η Ζωή
κι όλα μαζί αγάπη
και σαν Ολύμπια θεά,
της Κύπρου να ‘σαι αφέντρα!
Δημήτριος Πουλημενάκος
Υποστάτηγος ε.α.
Γύθειο, Ιούνιος 2017
Φως και Ήλιος
«…ΠΑΡ’ ΔΕ ΛΑΚΩΝΙΔΑ ΓΑΙΑΝ ΑΛΙΣΤΕΦΑΝΟΝ ΠΤΟΛΙΕΘΡΟΝ ΙΞΟΝ ΚΑΙ ΧΩΡΟΝ ΤΕΜΨΙΒΡΟΤΟΙΟ ΗΕΛΙΟΙΟ ΤΑΙΝΑΡΟΝ…»* ΟΜΗΡΟΣ
«…Στη Λακωνική γη έφτασαν, τη θαλασσοστεφανωμένη χώρα του Ήλιου, που ζεσταίνει τους θνητούς στο Ταίναρο…»
* Από τον «Ύμνο στον Απόλλωνα ΄Ηλιο του Ταίναρου»

Ακρωτήριο Ταίναρο
ΦΩΣ ΚΑΙ ΗΛΙΟΣ
ΚΑΤΑΦΑΣΗ ΖΩΗΣ ΣΤΗ ΜΑΝΗ
Α΄ Π ρ ο σ η λ ι α κ ά
Η πρώτη αχτίδα της αυγής, στη Μάνη Καλημέρα,
στιγμές χρωμάτων Έρωτα, Ζωής και Ομορφιάς!
Είναι η Μάνη της καρδιάς, του Ήλιου η Πατρίδα,
τ’ Αυγερινού φεγγοβολή, φωτοβολές της Πούλιας!
Η πρώτη αχτίδα της αυγής
Νέκταρ και Αμβροσία,
της ηλιαχτίδας το φιλί,
Πνοή Ζωής στη Μάνη!
Στο γήινο παράδεισο, της Μάνης το περβόλι,
Φασκομηλιά να μυριστείς, βασιλικό και δυόσμο,
γαζίες και λεμονανθούς, ρίγανη και θυμάρι,
του Ήλιου φωτοστέφανα, αρώματα της Μάνης!
Μάνη προσήλια, λεύτερη,
του Ήλιου φωτομάνα,
της Αρετής ανθόκηπος,
λειμώνας αντρειοσύνης!
Η Λεβεντιά κι η Ομορφιά του Ήλιου θεία δώρα,
τ’ Απόλλωνα ανταύγειες, της Αφροδίτης χάρες!
Λουλούδια πετρολούλουδα της Πέτρας και του Ήλιου,
της Πέτρας το αντίδωρο στου Ταίναρου τον Ήλιο!
Η Λεβεντιά σου, Μάνη μου,
μοναδική και μία,
μα σαν μιλάμε για Ομορφιά,
συζήτηση καμία!
Ήλιε μου στην Πατρίδα σου, νερό, δροσιά, το Φως σου,
πηγές δροσιάς τα πρωινά, φεγγαροβόλα βράδια!
Πλειάδες και Αυγερινός, δροσοβολές στη γη σου,
όλα Ζωή και Ομορφιά και Λεβεντιά και Χάρη!

Βάθεια
Μάνη και Φως μια αγκαλιά,
στου Ήλιου τ’ ανηφόρι,
σαν ένα σφιχταγκάλιασμα,
της Γης και τ’ Ουρανού!
Β΄ Α π ο σ κ ι ε ρ ά
Αποσπερνά, στ’ αποσκιερά τ’ αγέρι να σε φέρει,
να δεις τον ΄Ηλιο στ’ άρμα του με την αρματωσιά του!
…Φεύγει και πάει να κοιμηθεί, πέρα κατά τη Δύση
και να γυρίσει την αυγή, διαυγής, φρεσκαρισμένος!
Να δεις σ’ όλα τα χρώματα,
να … βασιλεύει ο Ήλιος,
σα ν’ αγκαλιάζει η Παναγιά
τη Μάνη πέρα ως πέρα!

Λιμένι
Της αμφιλύκης χρώματα, χίλια φεγγάρια ήλιοι,
να πλέκουν με τα σύννεφα της Μάνης γαϊτανάκι,
κορδέλες ροζ και κίτρινες, πορτοκαλί, γαλάζιες
και να χορεύουν στο γιαλό χρυσόξανθες νεράιδες!
Και συ να ζεις το όνειρο
στου Ήλιου τις ανταύγειες,
από το Ακροταίναρο
μέχρι την Ταϋγέτη!
Στα χρώματα της θάλασσας, μεσ’ στου Διρού το δείλι,
φαντάζει μεγαλόπρεπα της Μάνης η Σημαία,
να αγκαλιάζει από ψηλά, στα χαμηλά να πλέει,
να αρμενίζει στ’ ανοιχτά, στα ύψη ν’ ανεμίζει!
Προσκύνημα στη θάλασσα,
προσκύνημα στον ΄Ηλιο,
χρυσά στεφάνια στο γιαλό,
στον Ουρανό φιλί!
Γ΄ Γ α λ ά ζ ι α Φ ε γ γ ά ρ ι α
Φεγγάρια Αυγουστιάτικα, Γαλάζια της Κρανάης
και φάροι Αλεξανδρινοί στου λιμανιού τη γυάλα,
μας ταξιδεύουν στα ψηλά, στα όνειρα μας πάνε,
σαν σμίγουν το Επίγεια άστρα με τα Ουράνια!
Φεγγοβολεί το πέλαγος
πανσέληνα φεγγάρια
και ένα Φως καθάριο
σε λούζει, Μάνη, Γη μου!

Σπήλαια Δυρού
Και σαν ανοίξει η Αυλαία και τα Φώτα της Ράμπας ανάψουν,
ένα Ουράνιο Φως καταυγάζει του θεάτρου κερκίδες, σκηνές!
Είναι το Φως Ποιητών και Ηρώων, των προγόνων χρυσής εποχής,
που φωτίζει Μικρούς και Μεγάλους, με Γαλάζια Φεγγάρια Ζωής!
Είναι το φως του Σοφοκλή,
το Φως τ’ Αριστοφάνη,
χίλια φεγγάρια ανέσπερα,
Πνοή Ζωής στη Μάνη!
΄Αρχοντα ΄Ηλιε τ’ Ουρανού, περνώντας απ’ τη Μάνη,
να μην ξεχνάς το Ταίναρο, το σπίτι, τους δικούς σου,
το Φως σου να ‘ναι θαλπωρή, Ζωή το πέρασμά σου
κι απ’ τον Ουράνιο θρόνο σου, ζ ε σ τ ά να διαφεντεύεις!
Του Ταίναρου ο Ήλιος
Δύναμη στη Ζωή μας,
Της Πέτρας η πικρή ελιά,
γλυκό κρασί της Μάνης!
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΟΥΛΗΜΕΝΑΚΟΣ
Υποστράτηγος ε.α.
Γύθειο-Σεπτέμβριος 2016
Ταΰγετος- Πνοή Ζωής
Αη Λιάς- Κορυφή Ταυγέτου (φωτό από το blog Ευρώτας )
Ταΰγετος-Πνοή Ζωής (του Δημητρίου Πουλημενάκου)
Θυμάρι, Δενδρολίβανο, Αμάραντος
και Δάφνη
Είναι τα Δώρα μου για Σε,
Ταΰγετε, χρυσαετέ,
απ’ το δικό σου χώμα!
–
Η σκέψη πάει στα παλιά, ο νους μου
ταξιδεύει
τότε π’ αγαπηθήκανε
Δίας και Ταϋγέτη!
Και όπως λεν’ οι ποιητές,
εσύ δεν είσαι κόρη!
Είσαι τ’ αρσενικό βουνό,
με τις πολλές κορφές σου,
με τη μεγαλοπρέπεια και την αντρίκεια χάρη,
γίγαντας ο πατέρας σου, Άτλαντας ξακουστός!
Θα πάρω τ΄άρμα τ΄ Άη Λιά
θ΄ανέβω στην κορφή σου,
για να σε δω από ψηλά,
και να θαυμάσω από κοντά,
όλους τους θησαυρούς σου!
Προσκύνημα στο χώμα σου, ο δούλος σου να κάνω,
προσκύνημα στους θησαυρούς, που κρύβεις στα φτερά σου!
–
Σε βλέπω πενταδάχτυλε
με χιόνια και βροχές
σε βλέπω και ηλιόλουστο να λάμπεις
ως το δείλι,
ν’ ανοίγεις τις φτερούγες σου σε Σπάρτη,
Καλαμάτα,
σε Γύθειο και σε Οίτυλο μέχρι
Αλαγονία
και ν΄αγκαλιάζεις πατρικά ολόκληρη τη Μάνη.
Είδα από εδώ ψηλά αιθέρινα παλάτια,
και τρέχει η φαντασία μου σε Νύμφες
και Νεράιδες,
στης Άρτεμης κυνήγια με λύκους
και ελάφια,
στο λυκαυγές του Απόλλωνα
να χρωμολαμπυρίζει
και στις βραδιές της Άρτεμης
με δασοφεγγαράδα!
–
Με σαγηνεύει ο Μυστράς,
η Καστροπολιτεία.
Με μαγνητίζουν οι εκκλησιές
πνοή Παλαιολόγων,
του Νικηφόρου περασιές,
λόγιες, θείες στιγμές!
Σαν σε υμνούσε ο ποιητής, άνοιγαν τα ουράνια
και ο Θεός κατέβαινε μέχρι τον Άη Λιά.
Τα δάση υποκλίνονταν μπροστά στο θείο φως
και οι κορφές χαμήλωναν,
κλείνοντας τα φτερά τους!
«Τότε αντάμα και οι τρεις
ποιητής, Θεός και Συ,
σκύβατε ευλαβικά στο χώμα,
Προσκύνημα από τους θεούς,
Πνοή ζωής για μας!»
–
Όταν αστράφτεις και βροντάς
και κεραυνοβολείς
και ο βοριάς λυσσομανά
με χιόνια, καταιγίδες,
τότε σημαίνουν οι ουρανοί
και τα φαράγγια σειούνται,
σ’ όλα τα πλάγια του βουνού,
σ’ όλα τα καταράχια
σε όλες τις δροσοπηγές και σ’ όλους
τους καιάδες!
«Είσαι ίδιος ο Όλυμπος,
Είσαι ίδιος ο Δίας,
Είσαι ίδιος ο Άτλαντας,
Αρσενικό βουνό!»
Όταν μας φέρνεις πλούσια
τα βροχοφόρα νέφη,
όλη η φύση χαίρεται,
Θεού η ευλογία.
Κάθε σταγόνα βάλσαμο για τις πορτοκαλιές,
της κοίτης Λακεδαίμονας
και της Λακωνικής
και οι βροχές χρυσάφι σου στης Μάνης τις ελιές.
–
Σου πρέπουνε Ταΰγετε, διθύραμβοι,
παιάνες
όπως σε είχανε παλιά υμνήσει
οι Σπαρτιάτες,
γιατί κρατάς στα σπλάχνα σου
τη Δόξα την παλιά
κι απ’ τις νεότερες γενιές
της Αρετές της Μάνης.
Οι θησαυροί σου αθάνατοι, μάλαμα ο Μυστράς σου,
Βυζάντιο, Κατακουζηνοί και οι Παλαιολόγοι,
παγκόσμιο προσκύνημα η Σπάρτη του Λεωνίδα
παγκόσμιο προσκύνημα της Μάνης η Ανδρεία!
–
Αγάλλεται η Παντάνασσα και η Γιάτρισσα
σού γνέφει:
Κράτα ψηλά, Ταΰγετε, τα Άγια της φυλής μας
τα Ιερά του τόπου μας
για τη δική μας γη.
–
«Γιατί η Μεγαλοσύνη σου,
είναι οι θησαυροί σου,
το μυροβόλο αγέρι σου,
Πνοή Ζωής, για μας.
Θυμάρι, Δενδρολίβανο, Αμάραντος
και Δάφνη».
–
Δημήτριος Πουλημενάκος
Υποστράτηγος ε.α.
Γύθειο – Απρίλιος 2015

Ταΰγετος-Σπάρτη
Επεξηγήσεις Ονομάτων -Μυθολογία
- Ταΰγετος: Το ψηλότερο βουνό της Πελοποννήσου. Πήρε το όνομά του από την ερωμένη και γυναίκα του Δία, την Ταϋγέτη. Η παράδοση και οι ποιητές το αποκαλούν «Αρσενικό βουνό» λόγω της υπέροχης κορμοστασιάς και της επιβλητικότητάς του.
- Ταϋγέτη: Κόρη του γίγαντα Άτλαντα και της Πλειόνης, υπήρξε ακόλουθος της θεάς Άρτεμης και σύζυγος του Δία. Από τη σχέση αυτή γεννήθηκε ο Λακεδαίμονας.
- Απόλλωνας & Άρτεμη: Δίδυμα παιδιά του Δία με τη Λητώ. Για την περιοχή του Ταϋγέτου ο Απόλλωνας είχε αναλάβει τη δημιουργία ενός ιδανικού «Λυκαυγούς» και η Άρτεμη -που λέγεται και Σελήνη- τη δημιουργία ενός ιδανικού «Λυκόφωτος» με άπλετη φεγγαράδα.
- Σπάρτη: Κόρη του Ευρώτα και σύζυγος του Λακεδαίμονα.
- Νύμφες: Μικρές θεότητες των βουνών, των δασών κ.λ.π. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν πως η ομορφιά τους είχε τη δύναμη να εμπνέει τους ποιητές. Γι αυτό οι ποιητές αποκαλούνται και «Νυμφόπληκτοι».
- Πενταδάκτυλος: Άλλη ονομασία του Ταϋγέτου, ιδιαίτερα στα βυζαντινά χρόνια. Επίσης λεγόταν και Μακρινός και Αγιολιάς. Η ονομασία «Πενταδάκτυλος» είναι για τις πέντε κεντρικές του κορυφές στο μέσο του μήκους του (στο ύψος της Σπάρτης).
- Αλαγονία: Το δυτικό τμήμα του κεντρικού Ταϋγέτου, προς την πλευρά της Καλαμάτας (ανήκει στο Ν. Μεσσηνίας).
- Αη Λιάς: Το ψηλότερο σημείο του Ταϋγέτου. Εκεί βρίσκεται και το ομώνυμο εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία, όπου και οι κατασκηνώσεις κάθε καλοκαίρι των παιδιών της Ιεράς Μητροπόλεως Σπάρτης.
- Παλαιολόγοι-Κατακουζηνοί: Μεγάλες αυτοκρατορικές οικογένειες. Τις βρίσκουμε εκτός από την Κωνσταντινούπολη και σε πολλά άλλα μέρη. Είχαν σαν κέντρο την Καστροπολιτεία του Δεσποτάτου του Μυστρά.
- Νικηφόρος: Πρόκειται για τον υμνητή του Ταϋγέτου, Νικηφόρο Βρεττάκο, νεοέλληνα ποιητή και ακαδημαϊκό.
- Παντάνασσα-Γιάτρισσα: Προσωνύμια της Παναγίας στο Μυστρά και στο Μοναστήρι της Καστάνιας αντίστοιχα.
Δημήτριος Πουλημενάκος, Υποστράτηγος ε.α., Γύθειο – Απρίλιος 2015

Νικηφόρος Βρεττάκος -Ταΰγετος
Το Γύθειο (Μαραθονήσι) το 1798

Χαλκογραφία του Μαραθονησίου (Γύθειο) το 1798 που απεικονίζει τον παλιό πύργο του Μαγγιόρου και τα ερείπια της παλιάς πόλης. (πηγή : Δ. & Ν. Στεφανόπολι, Ταξίδι στην Ελλάδα κατά τα χρόνια 1797 και 1798)
Το Γύθειο (Μαραθονήσι) το 1798
(του Βασίλη Πουλημενάκου)
Ο Πύργος του Πιέρρου Μαγγιόρου (πρωτότοκος γιος του Τζανέτου Γρηγοράκη) ήταν από τα πρώτα κτίρια που χτίστηκαν στο Μαραθονήσι– όπως λεγόταν τότε η περιοχή- κατά τη διάρκεια της ηγεμονίας στη Μάνη του Τζανέτου Γρηγοράκη (1782-98)* (έζησε 1742-1813), και βρισκόταν στην γωνιά του «μώλου» όπως λέμε το σημείο σήμερα. Αλλος μεγάλος πύργος που χτίστηκε τότε ήταν του Δημητράκη Γρηγοράκη δίπλα στην μικρή μοναστηριακή εκκλησία του Αη-Γιώργη.
Ανάμεσα από τον πύργο του Πιέρρου Μαγγιόρου στη γωνία από τις σημερινές ψαροταβέρνες, ως του Δημητράκη Γρηγοράκη στον Αη-Γιώργη και περιμετρικά στο καραβοστάσι στήθηκε το νέο Γύθειο-Μαραθονήσι σαν οικιστική οντότητα αμέσως μετά το 1782. Σπίτια, εργαστήρια και καταστήματα, μικρά μονώροφα πετρόχτιστα και πλινθόκτιστα με κοκκινόχωμα, ήταν η πρώτη -μετρημένη- προσπάθεια των μανιατών που ακολούθησαν τους Γρηγοράκηδες στην ίδρυση της νέας πόλης. Η πρόθεση να μην προκαλέσουν ήταν φανερή όπως και η σκέψη ότι ίσως χρειαστεί να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους επιστρέφοντας στην ενδοχώρα της Μάνης αν υπάρξει τουρκικός κίνδυνος*.

Η παράλληλη ανάπτυξη Γυθείου και Μαυροβουνίου που ξεκίνησε μετά το 1782. (πηγή σχεδίου: Γ. Σαΐτα, «Μάνη- Ελληνική παραδοσιακή Αρχιτεκτονική»)
Το σημείο που βρίσκεται σήμερα η Πλατεία του Γυθείου είχε θάλασσα και σαν φυσικός όρμος χρησιμοποιήθηκε για καραβοστάσι στις πρώτες εμπορικές απόπειρες και μεταφορές μέσω θαλάσσης. Από το σημερινό Περιβολάκι και πέρα ως την Παλαιόπολη δεν είχε κατοικηθεί το Γύθειο μέχρι το δεύτερο μισό του 19ου αι. και όπως φαίνεται στη χαλκογραφία στο ξεκίνημα της νέας πόλης υπήρχαν ακόμα όρθιοι κίονες από την ρωμαϊκή περίοδο συνδέοντας με την παρουσία τους τα κομμάτια της ιστορίας. To 1805 το Μαραθονήσι είχε 100 περίπου σπίτια.
Πολύ κοντά στο Μαραθονήσι το Μαυροβούνι πήρε κι εκείνο ζωή από τον Τζανέτο Γρηγοράκη όταν έγινε μπέης της Μάνης κατά την περίοδο της Ημιαυτόνομης Ηγεμονίας της. Έχτισε τότε στο ψηλότερο σημείο του υψώματος «Μαυροβούνι» ή «Λυκοβούνι» το Κάστρο του Γουλά ή «Μπεάνικα» όπως το έλεγαν για την κύρια κατοικία του και γύρω του άρχισε να διαμορφώνεται οικισμός. Απλά σπίτια και καστροκατοικίες όπως των Τζωρτζάκηδων, άλλοι συγγενείς Γρηγοράκηδες, του Θοδωρόμπεη, η πυργοκατοικία του Δαμηλάκου κ.α. Χτίστηκαν και πύργοι στα περίχωρα για τον έλεγχο του εύφορου κάμπου.
Το Μαυροβούνι τότε σαν χωριό ονομαζόταν «Μελίσσι» ή και «Τζανετούπολη». Μέχρι το 1805, μέσα σε 20 χρόνια είχαν εγκατασταθεί 100 οικογένειες. Το οχυρό κάστρο του Γουλά με τη μεγαλοπρεπή διώροφη κατασκευή ένα παλάτι πραγματικό, υπέστη σημαντικές ζημιές σε επιδρομή των Τούρκων το 1803 και το 1821 με την επανάσταση εγκαταλείφθηκε και ως κατοικία. Το Μαυροβούνι σε αντίθεση με το πιο επιφυλακτικό στις κατασκευές Μαραθονήσι (Γύθειο) που αναπτύχθηκε παράλληλα, είχε και έχει ακόμα μανιάτικο χρώμα με ισχυρές πυργοκατοικίες.
Στο σχέδιο δεξιά (του Γ. Σαΐτα από το βιβλίο του «Μάνη-Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική», εκδόσεις Μέλισσα) με κίτρινο χρώμα ξεχωρίζουν οι πρώτες κατοικημένες περιοχές σε Μαραθονήσι-Γύθειο (Α) και Μελίσσι-Μαυροβούνι (Β), με πράσινο έχουν προστεθεί οι μεταγενέστερες (ως τη δεκαετία 1980 που εκδόθηκε το βιβλίο), ενώ με διακεκομμένη μπλέ γραμμή ήταν η πόλη του Γυθείου κατά τα ρωμαϊκά χρόνια που εκτείνεται από την Παλαιόπολη μέχρι μέσα στη θάλασσα. Ο πύργος των Γρηγοράκηδων στο νησάκι της Κρανάης χτίστηκε τα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια, το 1829.
*Οι Γρηγοράκηδες μετακινήθηκαν το 1782 στο Μαραθονήσι από το Σκουτάρι όπου είχαν το κάστρο και την έδρα τους (δόθηκαν ιστορικές μάχες εκεί στην μάταιη προσπάθεια των Οθωμανών να εισχωρήσουν στη Μάνη) και δικαίως φέρει ο Τζανέτος (Τζανήμπεης) Γρηγοράκης τον τίτλο του πρώτου «οικιστή» του Γυθείου. Μεγάλος πατριώτης και αγωνιστής με σημαντικότατη εθνική και πατριωτική δραστηριότητα. Το παλάτι του υπήρξε κέντρο συνεννοήσεως του Ελληνισμού της Ευρώπης. O Σουλτάνος κήρυξε τον Τζανήμπεη εκτός νόμου και τον καθαίρεσε από μπέη το 1798.
*Η ευτέλεια και προχειρότητα των κτιριακών κατασκευών στο Μαραθονήσι πρέπει να ήταν ηθελημένη. Κατά την επίσκεψη των Δήμου και Νικολό Στεφανόπολι στο Μαραθονήσι το 1797, έκαναν την ερώτηση: «Γιατι τόσο στενές κατοικίες; τόσο λίγο βολικές;» και ο Δημητράκης Γρηγοράκης απάντησε: «Για να μην προκαλούν την όρεξη των Τούρκων. Εκτεθειμένοι κάθε μέρα στις επιθέσεις τους, όταν εγκαταλείπουμε τα σπίτια μας δεν έχουμε σχεδόν τίποτε να χάσουμε».
Τζιοκόντο Μορέττι, Αρχιμουσικός (1867-1941)

1935-Αρχαίο Θέατρο Γυθείου η Μπάντα ενόψει κάποιας εκδήλωσης και ο Τζιοκόντο Μορέττι ανάμεσα στον Άγγελο Παναγόπουλο (έφορο της Φιλαρμονικής) και Νίκο Λουμάκο (κοσμήτορα αντίστοιχα) Πιο δεξιά ο τενόρος της Λυρικής Σκηνής Ζαμάνος που συνόδευσε την Μπάντα με τις ερμηνείες του σ εκείνη την εκδήλωση. Ανάμεσα και ακριβώς πίσω από Άγγελο Παναγόπουλο και Μορέττι είναι ο μικρός τότε Νίκος Παναγόπουλος που έγραψε «Το Προπολεμικό Γύθειο»
Υπάρχουν άνθρωποι ανάμεσά μας που διδάσκουν όχι μόνο με τη ζωή τους αλλά και πέρα από αυτή ακόμα και με τον τρόπο που φεύγουν. Αφήνοντας έτσι μια παρακαταθήκη κι έναν δρόμο, έναν οδικό χάρτη για τις επόμενες γενιές. Ένας από αυτούς είναι και ο Τζιοκόντο Μορέττι ένας άνθρωπος που πρόσφερε πολλά στον πολιτισμό μιας μικρής πόλης, της γενέτειράς μου, το Γύθειο.
Ο Τζιοκόντο Μορέττι δεν ήταν απλά ένας μουσικός που ανέλαβε την μπάντα μιας πόλης. Είχε βέβαια γνώσεις, έμφυτο ταλέντο, πίστη και αγάπη σε αυτό που είχε σπουδάσει αλλά είχε και ήθος, όσο και δύναμη ψυχής για να αντιμετωπίσει τον προβληματισμό και την καχυποψία στην κλειστή συντηρητική μανιάτικη κοινωνία της εποχής της βεντέτας ακόμα – του «γδικιωμού». Μιας κοινωνίας που τότε (τέλη του 19ου αιώνα) η σχέση της με τη μουσική και τα ακούσματά της ήταν ελάχιστη αν εξαιρέσουμε τις πολύ ισχυρές οικονομικά οικογένειες.
Μέχρι και σήμερα το όνομά του παρότι πέρασαν πάνω από 70 χρόνια από το θάνατό του, είναι τραγούδι στα χείλη όσων τον γνώρισαν είτε άκουσαν για εκείνον, σαν μαέστρο, σαν δάσκαλο, σαν συγγενή, σαν φίλο. Και δεν είναι λάθος αν πει κάποιος ότι μουσικός αντίστοιχης αξίας και προσφοράς δεν ξαναπέρασε στα χρονικά του Γυθείου και όχι μόνο. Γιατί τα έσπαζε τα όρια από τότε. Σκοπός του άρθρου αυτού είναι η ανάδειξη του συνόλου της προσωπικότητας Μορέττι και η καταγραφή- τοποθέτησή της ιστορικά εκεί που της αξίζει.
Ο Τζιοκόντο Μορέττι γεννήθηκε το 1867 στην Περούτζια της Ιταλίας από ευγενείς γονείς που τον φρόντισαν δίνοντάς του υψηλή μόρφωση ειδικά στη μουσική. Για το πώς έγινε και εγκαταστάθηκε στο Γύθειο υπάρχουν εκδοχές. Άλλοι είπαν ότι ήρθε καλεσμένος της ελληνικής κυβέρνησης για να επενδύσει μουσικά την Ολυμπιάδα του 1896 ή ήρθε με σκοπό να αναλάβει μαέστρος στην μπάντα της ιταλικής παροικίας στην Πάτρα, αλλά έχοντας εκεί περιορισμένο χώρο και χρόνο δράσης κινήθηκε προς άλλες κατευθύνσεις βρίσκοντας λιμάνι συνεπαρμένος στο μαγευτικό Γύθειο. Υπάρχει ακόμα η εκδοχή ότι κύρια αιτία ήταν μια νεανική ερωτική ατυχία -λέγεται ότι η τότε μνηστή του ξεψύχησε στην αγκαλιά του- στην Περούτζια και τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν τον οδήγησαν να αυτοεξορισθεί και τελικά να μην επιστρέψει ποτέ στον τόπο καταγωγής του.
Βρήκε όμως νέα πατρίδα και αγάπη στο Γύθειο όπου το 1897 εγκαθίσταται μόνιμα σε ηλικία 30 χρονών και παντρεύεται την Δήμητρα Ψιλάκου από το σόι των Κοκκινάκηδων. Έφερε μαζί του ένα μεγάλο πιάνο και 30 όργανα ολοκληρωμένης μπάντας στήνοντας Ωδείο στον πρώτο όροφο του σπιτιού του (απέναντι από τον Αη -Γιώργη για όσους γνωρίζουν), έχοντας ήδη οραματιστεί την πρώτη Μπάντα του Γυθείου.

Από την γιορτή της πρωτομαγιάς στην ΙΘΑΚΗ το 1899, με τον Joconto Moretti (Ο Εμπορικός Σύλλογος Γυθείου έφερε τον αρχιμουσικό J. Μoretti από την Πάτρα στο Γύθειο το 1900 και ίδρυσε την φιλαρμονική της πόλης ). Φωτό από τη συλλογή του Κ. Δρογκάρη.
Το 1900 είχε ήδη συγκεντρώσει τους μαθητές και μουσικούς του για την πρώτη Μουσική Μπάντα ανάμεσα σε τσαγκάρηδες, βαρκάρηδες και μικροεπαγγελματίες. Με τον καιρό η Μπάντα του έγινε ανάρπαστη στην ευρύτερη περιοχή, και χωρίς υπερβολή δεν υπήρχε σπίτι στο Γύθειο την προπολεμική περίοδο που να μην είχε έστω ένα άτομο που να ασχολούνταν με τη μουσική παίζοντας κάποιο όργανο (κυρίως μαντολίνο, φλάουτο, βιολί, κιθάρα, πιάνο) κάνοντας το Γύθειο μια πόλη-Ωδείο. Η κλειστή κοινωνία του Γυθείου ήρθε πραγματικά κοντά, έμαθε να συνεργάζεται και να δημιουργεί ποιοτικά, ενώ οι ρομαντικές βραδιές Πανσελήνου έμειναν ιστορικές στην Πλατεία του Γυθείου, στην Πλατεία του Δημαρχείου αλλά και στο νησάκι της Κρανάης. Μην ξεχνάμε ότι η εποχή εκείνη ήταν χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα και η μουσική υπό το ημίφως του φεγγαριού και τα φαναράκια της παραλίας είχε ξεχωριστή, αλησμόνητη αξία.
Μετά το 1920 η Μπάντα του Τζιοκόντο Μορέττι γνώρισε την μέγιστη άνθησή της, αφού ωρίμασαν οι νεαροί μαθητές ενώ δημιουργήθηκε και μπάντα Μαντολινάτας. Μουσικές όπως η Μαντάμ Μπατερφλάυ, Ναμπούκο, Άιντα, Ριγκολέττο κλπ. έγιναν τόσο προσφιλείς όσο και αγαπητές στον καθένα στο Γύθειο που έγνοιες επαγγελματικές, οικονομικές και προσωπικές αντιδικίες έχαναν τη δυναμική τους δίνοντας χώρο σε ευγενή αισθήματα. Η δε Μπάντα του Μορέττι ανταγωνιζόταν σε αξία και τις μεγαλύτερες μπάντες εκείνη την εποχή στην Ελλάδα.
Το βασικό προσωπικό όργανο του Μορέττι-μουσικού ήταν το όμποε και το κλαρίνο αλλά ποτέ δεν παρουσίασε το αδιαμφισβήτητο ταλέντο του σε δημόσια εμφάνιση παρά μόνο σε πρόβες από κλειστές αίθουσες, στις περιπτώσεις που οι μαθητές του δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν με τίποτα στις οδηγίες του. Παρέμεινε πάντα ένας μαέστρος ντυμένος με την χαρακτηριστική στολή και το λοφίο (όπως φαίνεται στη πάνω φωτό του 1935 από το Αρχαίο Θέατρο του Γυθείου με τη Μουσική του Μπάντα). Παρ’ όλα τα κελεύσματα και τις σημαντικές οικονομικές προτάσεις ποτέ ο Μορέττι δεν άφησε το Γύθειο για να αναλάβει Μπάντες με μεγαλύτερο εύρος και κοινό, όπως το αθηναϊκό. Έμεινε πάντα πιστός στα ιδανικά του, στη μουσική, στην αγάπη για τον τόπο που τον άνδρωσε, τον έκανε σπουδαίο και τόσο αγαπητό.
Από το γάμο του απέκτησε μια κόρη, την όμορφη Τζελίντα. Για την οποία λέχθηκε ότι ενδιαφέρθηκε κάποια στιγμή ο Γιάννης Ρίτσος σαν νεαρός μαθητής Γυμνασίου. Η Τζελίντα του πρότεινε να έρθει στο σπίτι-Ωδείο τους και να διδαχθεί κάποιο όργανο. Ο Γιάννης Ρίτσος δεν ανταποκρίθηκε στην πρόταση και καλύτερα γιατί χάσαμε ίσως ένα ειδύλλιο κι έναν μουσικό, αλλά κερδίσαμε τον ποιητή της Ρωμιοσύνης.
Το 1940 το καλοκαίρι έγινε μια μεγάλη βραδιά στο Γύθειο αφιερωμένη στον Μορέττι γιορτάζοντας τα 40 χρόνια προσφοράς του. Η τιμή και η συμπάθεια στο πρόσωπό του έφτασε στο απώγειό της, έμοιαζε όμως με το κύκνειο άσμα του, γιατί όπως πάντα οι μεγάλες και ευαίσθητες προσωπικότητες δεν έχουν το τέλος που τους αρμόζει. Ο Τζιοκόντο Μορέττι τον καιρό του πολέμου με την Ιταλία, όντας Ιταλός υπήκοος μετήχθη σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Αθήνα παρότι δεν μπόρεσε ποτέ να αποδεχθεί τον πόλεμο των συμπατριωτών του στην Ελλάδα. Συγχρόνως έχασε την τάξη και την οργάνωση που είχε στη ζωή του κι όταν κατά την κατοχή έμεινε ελεύθερος, αφενός την μπάντα τη διέλυσε, αφετέρου τον κατέκλυσαν τόσα ψυχολογικά προβλήματα που όσοι τον έβλεπαν τότε έλεγαν ότι ήταν ένα φάντασμα του εαυτού του.
Δεν έκατσε πολύ στο Γύθειο. Το καλοκαίρι του 1941 κατέληξε στη Σπάρτη όπου έμενε ο γαμπρός του Αντώνης Ζερβομπεάκος. Ύστερα από κάποιες μέρες πήγε στο Νεκροταφείο της Σπάρτης και αυτοκτόνησε κόβοντας τις φλέβες του. Ίσως για να μη ζήσει την εκτέλεση του γαμπρού του από τους Γερμανούς στο Μονοδένδρι.
Θα πρέπει κάποιος να μπορέσει να γυρίσει, να κάνει αναδρομή με κάποιο τρόπο σε εκείνη την εποχή για αντιληφθεί το μέγεθος, την έκταση της ποιότητας που είχε καλλιεργήσει αυτός ο γίγαντας στο προπολεμικό Γύθειο, ώστε ο γεμάτος έριδες κόσμος να έρθει σε τέτοιο σημείο επαφής και συνεννόησης, ώστε να μάθει να συναποτελεί κοινωνία και να μην μπορεί να ζήσει χωρίς μουσική. Για τη μουσική και την εξύψωση του ποιοτικού στοιχείου που εργάστηκε όλη του τη ζωή ο Δάσκαλος Τζιοκόντο Μορέττι.
Βασίλης Πουλημενάκος
ΥΓ. Στοιχεία για το κείμενο πήρα από το βιβλίο του Νίκου Παναγόπουλου «Το προπολεμικό Γύθειο» και από αφηγήσεις μεγαλύτερων. Στη τελευταία φωτό αριστερά ο Μορέττι με τον μπατζανάκη του Άγγελο Παναγόπουλο με τα ποδήλατά τους στον κάμπο του Μαυροβουνίου, στο αγαπημένο χόμπυ του Μορέττι, το κυνήγι. Το τραγούδι «Για θυμήσου Μιχαλάκη» στο βίντεο που ακολουθεί είναι του Τάκη Παναγόπουλου και αναφέρεται στο προπολεμικό Γύθειο, σε μια εκτέλεση από τη Γυθειάτικη Κομπανία. Ο Τάκης και ο Νίκος ήταν παιδιά του Άγγελου Παναγόπουλου.
Βring them back!
Καμπάνια για την επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα
Στο Βρετανικό Μουσείο φιλοξενούνται χιλιάδες κομμάτια ελληνικών αρχαιοτήτων. Η καμπάνια μας δε ζητάει την επιστροφή όλων αυτών. Ζητάμε την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα για να επανενωθεί το Μνημείο.
Eμείς οι χρήστες του διαδικτύου έχουμε τη δύναμη και μπορούμε να κινητοποιήσουμε την παγκόσμια κοινή γνώμη. Ο σκοπός μας μπορεί να επιτευχθεί με αυτό τον τρόπο.
Πιστεύεις ότι είναι δίκαιο; Αν ναι, βοήθησε να γίνει πραγματικότητα.
Πες το δικό σου “BRING THEM BACK!”
Από το : http://www.bringthemback.org/Default.aspx
Από το: http://www.protothema.gr/greece/article/?aid=65974