Category Archives: Μανιάτικα
Κορώνα μου

Κορώνα μου
Η συνηθέστερη προσφώνηση στη Μάνη- και την Μέσα και την Έξω- σαν ένδειξη φιλίας και αναγνώρισης της αξίας-σπουδαιότητας του άλλου, είναι το «κορώνα μου» ή κορώνι ή και «κορωνίτσα» για τις γυναίκες στο πιο υποκοριστικό.
Από πού προέρχεται τώρα, εδώ είναι που υπάρχουν εκδοχές που όλες όμως κάπου συνδέονται και από κάπου ξεκινάνε. Κατ’ αρχήν η «κορώνα» είναι αρχαία ελληνική λέξη στη δωρική διάλεκτο, που δανείσθηκαν αργότερα οι λατίνοι και τη συναντάμε και σήμερα στο λεξιλόγιό τους πχ για τον κορωναιό. Αυτό σημαίνει ότι ήταν γνωστή στους μανιάτες τουλάχιστον από την εποχή του Βυζαντίου. Η χρήση της σαν προσφώνηση καθιερώθηκε στα χρόνια της τουρκοκρατίας από την ώρα που συνέβη ένα γεγονός που έμελλε ίσως να αλλάξει τη ροή της ιστορίας.
Οι εναπομείναντες στο Μυστρά ευγενείς από τη Βασιλεύουσα ή και κατευθείαν από τη Βασιλεύουσα, κυνηγήθηκαν όσο κανένας άλλος για προφανείς λόγους από τους Τούρκους και κατά τον 15ο αι. κατέφυγαν στα άπαρτα χώματα της Μάνης. Οι κάτοικοι του Ταινάρου τους υποδέχτηκαν θερμά, θεώρησαν τεράστια τιμή την παρουσία τους και οι ευγενείς του Βυζαντίου ενσωματώθηκαν πολύ εύκολα, σύντομα δε συγγένεψαν με γάμους, ενώ έγιναν και οπλαρχηγοί. Όταν τους μιλούσαν η έκφραση «κορώνα μου» εκτός από άκρως τιμητική παρέπεμπε και στο Βυζάντιο, στα περασμένα μεγαλεία μεν που όμως υπήρχε ο σπόρος και το έδαφος για να ξαναγεννηθούν. Στην πορεία του χρόνου η προσφώνηση «κορώνα-κορώνι» καθιερώθηκε σε όλους τους μανιάτες υπενθυμίζοντας κωδικοποιημένα το «χρέος» που υπήρχε, να απαλλαγεί ο τόπος από τη σκλαβιά και σε ευθεία αντίθεση με το «τουρμπάνι» το σήμα κατατεθέν των Οθωμανών.
Ακολούθως και στο νεοελληνικό κράτος από γενιά σε γενιά, ανεξάρτητα από τις πολιτικές θέσεις του καθενός και το «πολιτειακό» του κράτους, χρησιμοποιείται αυτή η πολύ παλιά προσφώνηση των μανιατών έντονα μέχρι σήμερα.
Βασίλης Πουλημενάκος
Η παρέλαση των Αθανάτων

Η παρέλαση των Αθανάτων
Οι μοναχοί τα σήμαντρα
κτυπούν στα μοναστήρια
και οι παπάδες στα χωριά
βαράνε τις καμπάνες!
Φεγγοβολούνε τα βουνά
αστράφτουν οι ραχούλες,
των Αθανάτων σπήλαια
της Λευτεριάς αγνάντια!
Φέτος γιορτάζει η Λευτεριά
γιορτάζει η Ελλάδα
διακόσια χρόνια Λεύτερα
Χρόνια πολλά Ελλάδα!!
Των Αθανάτων οι μορφές
στο νου μου παρελαύνουν
με άμαξες, με άρματα
λάβαρα και σημαίες
Βλέπω μπροστά τη Λευτεριά
σημαιοστολισμένη
Να ‘χει στη μέση το σπαθί
στον ώμο το ντουφέκι
και να πετάνε γύρω της
διακόσια περιστέρια!
Είναι τα χρόνια τα χρυσά
της παλιγγενεσίας
αντρείωμα του Έλληνα
δόξα, τιμή στο γένος!
Όλος ο κόσμος χαίρεται
κι από χαρά δακρύζει
Όλος ο κόσμος χαιρετά κι εγώ χειροκροτώ!
Των Αθανάτων οι μορφές
μπροστά μου παρελαύνουν
και το μυαλό μπερδεύεται
μέσα στην ιστορία
Ποιός είναι αυτός στη θάλασσα
με τις φωτιές στα χέρια
κι αυτός καβάλα στ΄άλογο
μες την Τριπολιτσά?
Ποιά είναι η αρχόντισσα
που τα νησιά αγκαλιάζει
και ο παππάς που ακολουθεί
με το σταυρό στο χέρι?
Ποιός είναι αυτός στα Σάλωνα
κι αυτοί στο Μεσολόγγι
πολέμαρχοι ή ποιητές
Φιλέλληνες ή ντόπιοι;
Όλος ο κόσμος χαίρεται
κι από χαρά δακρύζει
Όλος ο κόσμος χαιρετά κι εγώ χειροκροτώ!
Οι σκέψεις πάνε κι έρχονται
η μια μετά την άλλη
χάνονται και ξανάρχονται
στου νου μου την οθόνη
Της Άγιας Λαύρας λάβαρα
της Μάνης η Σημαία
τα τείχη της Ακρόπολης
της Πύλου τα κανόνια
Μανιατοπούλες λυγερές
κρατώντας τα δρεπάνια
κι η Θεία Δόξα των Ψαρών
να χαιρετά τα πλήθη.
Όλος ο κόσμος χαίρεται
κι από χαρά δακρύζει
Όλος ο κόσμος χαιρετά κι εγώ χειροκροτώ!
Των Αθανάτων τα παιδιά
μπροστά μου παρελαύνουν
με ενδυμασίες τοπικές
κι ελληνικές σημαίες
Η Ρούμελη και ο Μοριάς
κι όλη η Παλιά Ελλάδα
Μακεδονία ξακουστή
Ήπειρος, Θεσσαλία
κι η Θράκη μ ‘ολα τα νησιά
και το πλατύ Αιγαίο!
Όλος ο κόσμος χαίρεται
κι από χαρά δακρύζει
Όλος ο κόσμος χαιρετά κι εγώ χειροκροτώ!
Τελειώνει η παρέλαση
και ο χορός αρχίζει
Όλοι χορεύουν κυκλικά
και όλοι τραγουδάνε
Λένε τραγούδια της χαράς
τραγούδια της αγάπης
τραγούδια για τη λευτεριά
και τη γλυκιά πατρίδα
Φέτος γιορτάζει η Λευτεριά
γιορτάζει η Ελλάδα
Διακόσια χρόνια λεύτερα
Χρόνια Πολλά Ελλάδα!!
–
Δημήτριος Πουλημενάκος (2021)
Γενεαλογικό δένδρο: Ο Μήτσος Πουλημενάκος
Αναζητώντας της Ρίζες της καταγωγής μας και του ονόματός μας (των Πουλημενιάνων), βρίσκουμε το Γιάννη Πουλημενάκο, σαν τον πρώτο γνωστό πρόγονο, από το χωριό Σκουτάρι του Δήμου Γυθείου και σήμερα Δήμου Ανατ. Μάνης. Είχε κάνει γάμο με την Ελένη Πουλημενάκου (αγνώστου γένους).

Ο Μήτσος Πουλημενάκος στις αρχές του 20ου αι. στο αρχαίο θέατρο Γυθείου
Γεννήθηκε στα 1835 και όλη του τη ζωή -φυσικά αγροτική- την πέρασε στην ίδια περιοχή. Από το γάμο του με την Ελένη απέκτησε δύο παιδιά, τον Παναγιώτη Πουλημενάκο που γεννήθηκε το 1865 και το Μήτσο Πουλημενάκο που γεννήθηκε το 1870.
Ο προπάππος μου Μήτσος Πουλημενάκος (1870-1932) ήταν λιμενεργάτης στο λιμάνι του Γυθείου. Χειριζόταν το μηχανικό βίντζι που φόρτωνε και ξεφόρτωνε τα εμπορεύματα ή οδηγούσε τις μαούνες στα εμπορικά καράβια και λόγω της ιδιότητας αυτής ήταν πολύ χειροδύναμος. Παντρεύτηκε την Παναγιώτα (Πότα) Κουντούρη από φερτή Τσιριγώτικη οικογένεια κι έκαναν 5 παιδιά: την Ελένη, τον Γιάννη, τον Βασίλη (τον παππού μου), την Μαργαρίτα και τον Νίκο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Δημοτολογίου του Δήμου Γυθείου κατά την περίοδο των χρόνων 1860 έως 1890 παρουσιάστηκε μεγάλος αριθμός κατοίκων που εντάχθηκαν στα Δημοτολόγια (νεοεγγραφέντες) που ήλθαν στο Γύθειο από όλα τα χωριά της Μάνης για λόγους εργασίας. Έτσι εικάζεται πως κατά την περίοδο αυτή ήλθε και η οικογένεια Πουλημενάκου στο Γύθειο από το Σκουτάρι.
Επίσης στα χρόνια αυτά ήλθαν στο Γύθειο για δουλειά και οι οικογένειες Κουντούρη από τα Κύθηρα (Τσιρίγο), η οικογένεια Λιγνού (Σαντορινιού) από το νησί της Σαντορίνης και η οικογένεια Βαβουγιού από τον Αγ. Νικόλαο (Μελτινοχώρια) Γυθείου. Αυτές οι οικογένειες μαζί με την οικογένεια Πουλημενάκου απέκτησαν με γάμους συγγενικές σχέσεις και έζησαν με εργασίες κατασκευής λιμενικών έργων, με εργασίες εμπορικές και με άλλες επαγγελματικές ασχολίες στα πλαίσια της ανάπτυξης του λιμανιού και της όλης πόλης του Γυθείου.
(πληροφορίες από το γενεαλογικό δέντρο-βιβλίο της οικογένειας)

Φως και Ήλιος
«…ΠΑΡ’ ΔΕ ΛΑΚΩΝΙΔΑ ΓΑΙΑΝ ΑΛΙΣΤΕΦΑΝΟΝ ΠΤΟΛΙΕΘΡΟΝ ΙΞΟΝ ΚΑΙ ΧΩΡΟΝ ΤΕΜΨΙΒΡΟΤΟΙΟ ΗΕΛΙΟΙΟ ΤΑΙΝΑΡΟΝ…»* ΟΜΗΡΟΣ
«…Στη Λακωνική γη έφτασαν, τη θαλασσοστεφανωμένη χώρα του Ήλιου, που ζεσταίνει τους θνητούς στο Ταίναρο…»
* Από τον «Ύμνο στον Απόλλωνα ΄Ηλιο του Ταίναρου»

Ακρωτήριο Ταίναρο
ΦΩΣ ΚΑΙ ΗΛΙΟΣ
ΚΑΤΑΦΑΣΗ ΖΩΗΣ ΣΤΗ ΜΑΝΗ
Α΄ Π ρ ο σ η λ ι α κ ά
Η πρώτη αχτίδα της αυγής, στη Μάνη Καλημέρα,
στιγμές χρωμάτων Έρωτα, Ζωής και Ομορφιάς!
Είναι η Μάνη της καρδιάς, του Ήλιου η Πατρίδα,
τ’ Αυγερινού φεγγοβολή, φωτοβολές της Πούλιας!
Η πρώτη αχτίδα της αυγής
Νέκταρ και Αμβροσία,
της ηλιαχτίδας το φιλί,
Πνοή Ζωής στη Μάνη!
Στο γήινο παράδεισο, της Μάνης το περβόλι,
Φασκομηλιά να μυριστείς, βασιλικό και δυόσμο,
γαζίες και λεμονανθούς, ρίγανη και θυμάρι,
του Ήλιου φωτοστέφανα, αρώματα της Μάνης!
Μάνη προσήλια, λεύτερη,
του Ήλιου φωτομάνα,
της Αρετής ανθόκηπος,
λειμώνας αντρειοσύνης!
Η Λεβεντιά κι η Ομορφιά του Ήλιου θεία δώρα,
τ’ Απόλλωνα ανταύγειες, της Αφροδίτης χάρες!
Λουλούδια πετρολούλουδα της Πέτρας και του Ήλιου,
της Πέτρας το αντίδωρο στου Ταίναρου τον Ήλιο!
Η Λεβεντιά σου, Μάνη μου,
μοναδική και μία,
μα σαν μιλάμε για Ομορφιά,
συζήτηση καμία!
Ήλιε μου στην Πατρίδα σου, νερό, δροσιά, το Φως σου,
πηγές δροσιάς τα πρωινά, φεγγαροβόλα βράδια!
Πλειάδες και Αυγερινός, δροσοβολές στη γη σου,
όλα Ζωή και Ομορφιά και Λεβεντιά και Χάρη!

Βάθεια
Μάνη και Φως μια αγκαλιά,
στου Ήλιου τ’ ανηφόρι,
σαν ένα σφιχταγκάλιασμα,
της Γης και τ’ Ουρανού!
Β΄ Α π ο σ κ ι ε ρ ά
Αποσπερνά, στ’ αποσκιερά τ’ αγέρι να σε φέρει,
να δεις τον ΄Ηλιο στ’ άρμα του με την αρματωσιά του!
…Φεύγει και πάει να κοιμηθεί, πέρα κατά τη Δύση
και να γυρίσει την αυγή, διαυγής, φρεσκαρισμένος!
Να δεις σ’ όλα τα χρώματα,
να … βασιλεύει ο Ήλιος,
σα ν’ αγκαλιάζει η Παναγιά
τη Μάνη πέρα ως πέρα!

Λιμένι
Της αμφιλύκης χρώματα, χίλια φεγγάρια ήλιοι,
να πλέκουν με τα σύννεφα της Μάνης γαϊτανάκι,
κορδέλες ροζ και κίτρινες, πορτοκαλί, γαλάζιες
και να χορεύουν στο γιαλό χρυσόξανθες νεράιδες!
Και συ να ζεις το όνειρο
στου Ήλιου τις ανταύγειες,
από το Ακροταίναρο
μέχρι την Ταϋγέτη!
Στα χρώματα της θάλασσας, μεσ’ στου Διρού το δείλι,
φαντάζει μεγαλόπρεπα της Μάνης η Σημαία,
να αγκαλιάζει από ψηλά, στα χαμηλά να πλέει,
να αρμενίζει στ’ ανοιχτά, στα ύψη ν’ ανεμίζει!
Προσκύνημα στη θάλασσα,
προσκύνημα στον ΄Ηλιο,
χρυσά στεφάνια στο γιαλό,
στον Ουρανό φιλί!
Γ΄ Γ α λ ά ζ ι α Φ ε γ γ ά ρ ι α
Φεγγάρια Αυγουστιάτικα, Γαλάζια της Κρανάης
και φάροι Αλεξανδρινοί στου λιμανιού τη γυάλα,
μας ταξιδεύουν στα ψηλά, στα όνειρα μας πάνε,
σαν σμίγουν το Επίγεια άστρα με τα Ουράνια!
Φεγγοβολεί το πέλαγος
πανσέληνα φεγγάρια
και ένα Φως καθάριο
σε λούζει, Μάνη, Γη μου!

Σπήλαια Δυρού
Και σαν ανοίξει η Αυλαία και τα Φώτα της Ράμπας ανάψουν,
ένα Ουράνιο Φως καταυγάζει του θεάτρου κερκίδες, σκηνές!
Είναι το Φως Ποιητών και Ηρώων, των προγόνων χρυσής εποχής,
που φωτίζει Μικρούς και Μεγάλους, με Γαλάζια Φεγγάρια Ζωής!
Είναι το φως του Σοφοκλή,
το Φως τ’ Αριστοφάνη,
χίλια φεγγάρια ανέσπερα,
Πνοή Ζωής στη Μάνη!
΄Αρχοντα ΄Ηλιε τ’ Ουρανού, περνώντας απ’ τη Μάνη,
να μην ξεχνάς το Ταίναρο, το σπίτι, τους δικούς σου,
το Φως σου να ‘ναι θαλπωρή, Ζωή το πέρασμά σου
κι απ’ τον Ουράνιο θρόνο σου, ζ ε σ τ ά να διαφεντεύεις!
Του Ταίναρου ο Ήλιος
Δύναμη στη Ζωή μας,
Της Πέτρας η πικρή ελιά,
γλυκό κρασί της Μάνης!
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΟΥΛΗΜΕΝΑΚΟΣ
Υποστράτηγος ε.α.
Γύθειο-Σεπτέμβριος 2016
Αχ! Θάλασσά μου!

Το Γύθειο το 1964
Ένα ακόμα ποίημα του πατέρα μου για την ιδιαίτερη πατρίδα του μαζί με την αγάπη του για τη θάλασσα που είναι άρρηκτα δεμένη με τον τόπο.
ΑΧ! ΘΑΛΑΣΣΑ ΜΟΥ!
(του Δημητρίου Πουλημενάκου)
Αχ! Θάλασσά μου!
Γύθειο! – Καράβι τετρακάταρτο
του στοχασμού μου αντάρα
και στον ψηλότερο ιστό
της Μάνης η σημαία!
Καράβι τετρακάταρτο
του νου μου φαντασία
με πλήρωμα Μανιάτισσες,
με πλήρωμα Μανιάτες,
μνήμες ολόκληρης ζωής για την πατρώα γη,
σε μια πορεία στ’ άγνωστα
του χρόνου τα λιμάνια,
με την ευχή για γυρισμό στα ήσυχα νερά!
Αχ! Θάλασσα μου!
Το πρώτο φλάμπουρο ο Γουλάς, η Καστροπολιτεία,
το δεύτερο το Γύθειο, του Γρηγοράκη η πόλη,
του κτήτορα της νέας γης
στου Κούμαρου τα πλάγια
στ’ Άγιου Δημήτρη τις αυλές
μέχρι τους Άγιους Πάντες!
Τρίτο κατάρτι το νησί, η Ομηρική Κρανάη
ένα στολίδι του γιαλού
μια ομορφιά στην πόλη,
που ύμνησε ο ποιητής στα ηρωικά του έπη,
για της Ελένης τον καημό
και τον σεβντά του Πάρη!
Και πάνω στο κατάστρωμα
-στο μώλο της Κρανάης-
λιαστά χταπόδια κρεμαστά,
δικά σου θεία δώρα,
δώρα για την παρέα μας,
για ούζο και ρακί
κέρασμα από το πλήρωμα,
κέρασμα από τη Μάνη!
Αχ! Θάλασσά μου!
Στο τελευταίο φλάμπουρο, χρυσό,
μαλαματένιο,
βάζω ολόλευκα πανιά, βάζω γαλάζια ξάρτια…
Πάει το καράβι στα βαθιά του χρόνου τα νερά
όταν τα μαύρα κύματα
βουτήξανε την πόλη!
Σήμερα η Παλιόπολη, μια ανανεωμένη πόλη
μια Ιστορία μια Ζωή
στου χρόνου τις στροφές
απλώνεται από τη θάλασσα, μέχρι την Άγια Τριάδα!
Αχ! Θάλασσά μου!
Πήρα τη βάρκα του Στρατή, γοργό θαλασσοπούλι
με την παρέα την παλιά
να βγω στο περιγιάλι!
Είδα αμμουδιές ολόχρυσες, πολύχρωμα κοχύλια,
πετράδια ροδοκόκκινα
να λάμπουνε στον ήλιο!
Με μια ματιά, μια ζωγραφιά…
ολόκληρη η πόλη!
Το κάστρο του Μαυροβουνιού,
του Κούμαρου τα πλάγια,
τ’ Αγιώργη το καμπαναριό
μέχρι τους ΄Αγιους Πάντες
και σμίγει την Παλιόπολη με την Αγία Τριάδα!
Είδα ακτές απέραντες, τουριστικά ντυμένες
με τις σημαίες στους ιστούς, ψηλά να κυματίζουν
κορίτσια απ’ όλες τις φυλές
να γλυκοφιλούν τον ήλιο!
Με αρμυρίκια ακρογιαλιές,
με σπήλαια, με βράχια,
και σαν ανθίζει η κάππαρη, η πλάση ευωδιάζει!
Πάνω στην άμμο τη χρυσή, Θεού η ευλογία!
Οι γλάροι στήνουνε χορό με γλαροφτερουγίσματα,
φλερτάροντας αφ’ υψηλά
τις χελωνοφωλιές!
Αχ! Θάλασσά μου!
Αγνάντεψα από τ’ ανοιχτά, πυργόσπιτα και κάστρα,
της μάνας Μάνης σύμβολα
στο πέρασμα του χρόνου
κι έστειλα χαιρετίσματα σε Μονεμβασιά, σε Σπάρτη
και στου Μυστρά τις εκκλησιές,
στην Καστροπολιτεία!
Σε βλέπω να έχεις αγκαλιά την όμορφη Κρανάη
όπως η Ελένη στα παλιά
την αγκαλιά του Πάρη
και να χαϊδεύει απαλά το ερωτικό σου κύμα
όλα τα βράχια του νησιού, όλα τα σπηλιαράκια!
Είδα ακόμη από εδώ το φάρο το δικό σου
να δείχνει δρόμους φωτεινούς στων καραβιών τις ρότες
να βρίσκουν ήρεμα νερά
φιλόξενα λιμάνια,
σαν του δικού σου λιμανιού, καλό αραξοβόλι!
Θα ήθελα να έβγαινα
στ’ Αλέξη το καρνάγιο,
για μια κουβέντα ναυτική
για πλοία, για καράβια
και για νεράιδες του γιαλού
και της στεριάς γοργόνες.
Αχ! Θάλασσά μου!
Του στοχασμού μου αναποδιές
στο νου μου τρικυμία…
Με τι μυαλό, με τι καρδιά, να μπω και να ρωτήσω :
Πώς τάχα βλέπεις τους γιαλούς
ακτές και περιγιάλια…
Πώς ξεδιπλώνεις τα νερά
με ήλιο, με φεγγάρι…
Το ξέρω πως τα πρωινά χαίρεσαι την αυγούλα
σαν παίζει με τα κύματα του Απόλλωνα το φως
και το φεγγάρι σαν γελά τα φλοισβοβραδινά!
Βραδιές γλυκές, ερωτικές, νύχτες ονειρεμένες,
ολόφωτες, πανσέληνες με θαλασσοφεγγαράδα!
Λόγιες βραδιές για ποιητές
τραγούδια, κομπανίες!
Και άλλες ειδυλλιακές με έναστρο ουρανό!
Και σαν τ’ αστέρια της βραδιάς
πέφτουν και ξεστρατίζουν
και σμίγουνε ερωτικά τα επίγεια με τα θεία,
κάνουμε όλοι μια ευχή και η ευχή θα πιάσει,
για όλους τους θαλασσινούς
και τους ταξιδευτάδες!
Αχ! Θάλασσά μου!
Απ’ έξω από τα Τρίνησα την άγκυρα θα ρίξω…
Θα περπατήσω στη στεριά, όπως τα γλαροπούλια
να κόψω άνθη κάππαρης
να μάσω μανουσάκια!
Να ανιχνεύσω από κοντά τις αλκυονοφωλιές
και από τ’ ανοιχτά να θεαθώ παλιά πόλη και νέα!
Θωρώντας την ακρόπολη με γκρεμισμένα τείχη,
αναπολώ τη δόξα σου και την παλιά σου αίγλη,
Βασίλισσα των Γυθεατών,
των Ελευθερολακώνων!
Και θα ΄θελα το δειλινό αυτό, με Γυθειοφεγγαράδα
να μπω μέσα στο θέατρο
ν΄ακούσω Αριστοφάνη!
Και σήμερα το Γύθειο, παλιά πόλη και νέα,
ντυμένο με της ΄Ιριδας τα χρώματα, τα φώτα,
φεγγρίζει κάτω στο γιαλό
και στο πλατύ λιμάνι,
καράβι τετρακάταρτο, καράβι ονειρεμένο!
Κι ο στοχασμός ταξιδευτής
μαζί με τα καράβια
σ’ όλες τις θάλασσες της γης
σε πόντους και πελάγη,
τα δικά σου να ονειρεύεται
τα γ α λ α ν ά ν ε ρ ά !
Αχ! Θάλασσά μου!
Η σκέψη πάει κ’ έρχεται
σαν του γιαλού το κύμα.
Ποιον ΄Αγιο της θάλασσας,
Θεό ή Ποσειδώνα
ν’ αναζητήσω και να βρω,
να πιάσω την κουβέντα,
για τα καράβια να μου πουν
στα ξένα π’ αρμενίζουν,
άλλα με φόρτσα τα πανιά
κι άλλα καλμαρισμένα:
«Πότε θα πνεύσει άνεμος
ούριος γυρισμού,
να δούμε τα καράβια μας
στα χωρικά νερά.»
Αχ! Θάλασσά μου!
Είμαστε όλοι στη Ζωή
ταξιδευτές στο χρόνο,
άλλοι με φάρο την καρδιά,
την πίστη, την ελπίδα
κι άλλοι χωρίς προορισμό,
βαρκούλα στ’ ανοιχτά!
Αφιερωμένο σ’ όλους τους θαλασσινούς και τους ταξιδευτάδες
Γύθειο, Αύγουστος 2015
Δημήτριος Πουλημενάκος
Υποστράτηγος ε.α.

Άποψη της Κρανάης του Γυθείου με τον Άγιο Πέτρο (πίνακας του Γ. Ρωσσίδη)
Ταΰγετος- Πνοή Ζωής
Αη Λιάς- Κορυφή Ταυγέτου (φωτό από το blog Ευρώτας )
Ταΰγετος-Πνοή Ζωής (του Δημητρίου Πουλημενάκου)
Θυμάρι, Δενδρολίβανο, Αμάραντος
και Δάφνη
Είναι τα Δώρα μου για Σε,
Ταΰγετε, χρυσαετέ,
απ’ το δικό σου χώμα!
–
Η σκέψη πάει στα παλιά, ο νους μου
ταξιδεύει
τότε π’ αγαπηθήκανε
Δίας και Ταϋγέτη!
Και όπως λεν’ οι ποιητές,
εσύ δεν είσαι κόρη!
Είσαι τ’ αρσενικό βουνό,
με τις πολλές κορφές σου,
με τη μεγαλοπρέπεια και την αντρίκεια χάρη,
γίγαντας ο πατέρας σου, Άτλαντας ξακουστός!
Θα πάρω τ΄άρμα τ΄ Άη Λιά
θ΄ανέβω στην κορφή σου,
για να σε δω από ψηλά,
και να θαυμάσω από κοντά,
όλους τους θησαυρούς σου!
Προσκύνημα στο χώμα σου, ο δούλος σου να κάνω,
προσκύνημα στους θησαυρούς, που κρύβεις στα φτερά σου!
–
Σε βλέπω πενταδάχτυλε
με χιόνια και βροχές
σε βλέπω και ηλιόλουστο να λάμπεις
ως το δείλι,
ν’ ανοίγεις τις φτερούγες σου σε Σπάρτη,
Καλαμάτα,
σε Γύθειο και σε Οίτυλο μέχρι
Αλαγονία
και ν΄αγκαλιάζεις πατρικά ολόκληρη τη Μάνη.
Είδα από εδώ ψηλά αιθέρινα παλάτια,
και τρέχει η φαντασία μου σε Νύμφες
και Νεράιδες,
στης Άρτεμης κυνήγια με λύκους
και ελάφια,
στο λυκαυγές του Απόλλωνα
να χρωμολαμπυρίζει
και στις βραδιές της Άρτεμης
με δασοφεγγαράδα!
–
Με σαγηνεύει ο Μυστράς,
η Καστροπολιτεία.
Με μαγνητίζουν οι εκκλησιές
πνοή Παλαιολόγων,
του Νικηφόρου περασιές,
λόγιες, θείες στιγμές!
Σαν σε υμνούσε ο ποιητής, άνοιγαν τα ουράνια
και ο Θεός κατέβαινε μέχρι τον Άη Λιά.
Τα δάση υποκλίνονταν μπροστά στο θείο φως
και οι κορφές χαμήλωναν,
κλείνοντας τα φτερά τους!
«Τότε αντάμα και οι τρεις
ποιητής, Θεός και Συ,
σκύβατε ευλαβικά στο χώμα,
Προσκύνημα από τους θεούς,
Πνοή ζωής για μας!»
–
Όταν αστράφτεις και βροντάς
και κεραυνοβολείς
και ο βοριάς λυσσομανά
με χιόνια, καταιγίδες,
τότε σημαίνουν οι ουρανοί
και τα φαράγγια σειούνται,
σ’ όλα τα πλάγια του βουνού,
σ’ όλα τα καταράχια
σε όλες τις δροσοπηγές και σ’ όλους
τους καιάδες!
«Είσαι ίδιος ο Όλυμπος,
Είσαι ίδιος ο Δίας,
Είσαι ίδιος ο Άτλαντας,
Αρσενικό βουνό!»
Όταν μας φέρνεις πλούσια
τα βροχοφόρα νέφη,
όλη η φύση χαίρεται,
Θεού η ευλογία.
Κάθε σταγόνα βάλσαμο για τις πορτοκαλιές,
της κοίτης Λακεδαίμονας
και της Λακωνικής
και οι βροχές χρυσάφι σου στης Μάνης τις ελιές.
–
Σου πρέπουνε Ταΰγετε, διθύραμβοι,
παιάνες
όπως σε είχανε παλιά υμνήσει
οι Σπαρτιάτες,
γιατί κρατάς στα σπλάχνα σου
τη Δόξα την παλιά
κι απ’ τις νεότερες γενιές
της Αρετές της Μάνης.
Οι θησαυροί σου αθάνατοι, μάλαμα ο Μυστράς σου,
Βυζάντιο, Κατακουζηνοί και οι Παλαιολόγοι,
παγκόσμιο προσκύνημα η Σπάρτη του Λεωνίδα
παγκόσμιο προσκύνημα της Μάνης η Ανδρεία!
–
Αγάλλεται η Παντάνασσα και η Γιάτρισσα
σού γνέφει:
Κράτα ψηλά, Ταΰγετε, τα Άγια της φυλής μας
τα Ιερά του τόπου μας
για τη δική μας γη.
–
«Γιατί η Μεγαλοσύνη σου,
είναι οι θησαυροί σου,
το μυροβόλο αγέρι σου,
Πνοή Ζωής, για μας.
Θυμάρι, Δενδρολίβανο, Αμάραντος
και Δάφνη».
–
Δημήτριος Πουλημενάκος
Υποστράτηγος ε.α.
Γύθειο – Απρίλιος 2015

Ταΰγετος-Σπάρτη
Επεξηγήσεις Ονομάτων -Μυθολογία
- Ταΰγετος: Το ψηλότερο βουνό της Πελοποννήσου. Πήρε το όνομά του από την ερωμένη και γυναίκα του Δία, την Ταϋγέτη. Η παράδοση και οι ποιητές το αποκαλούν «Αρσενικό βουνό» λόγω της υπέροχης κορμοστασιάς και της επιβλητικότητάς του.
- Ταϋγέτη: Κόρη του γίγαντα Άτλαντα και της Πλειόνης, υπήρξε ακόλουθος της θεάς Άρτεμης και σύζυγος του Δία. Από τη σχέση αυτή γεννήθηκε ο Λακεδαίμονας.
- Απόλλωνας & Άρτεμη: Δίδυμα παιδιά του Δία με τη Λητώ. Για την περιοχή του Ταϋγέτου ο Απόλλωνας είχε αναλάβει τη δημιουργία ενός ιδανικού «Λυκαυγούς» και η Άρτεμη -που λέγεται και Σελήνη- τη δημιουργία ενός ιδανικού «Λυκόφωτος» με άπλετη φεγγαράδα.
- Σπάρτη: Κόρη του Ευρώτα και σύζυγος του Λακεδαίμονα.
- Νύμφες: Μικρές θεότητες των βουνών, των δασών κ.λ.π. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν πως η ομορφιά τους είχε τη δύναμη να εμπνέει τους ποιητές. Γι αυτό οι ποιητές αποκαλούνται και «Νυμφόπληκτοι».
- Πενταδάκτυλος: Άλλη ονομασία του Ταϋγέτου, ιδιαίτερα στα βυζαντινά χρόνια. Επίσης λεγόταν και Μακρινός και Αγιολιάς. Η ονομασία «Πενταδάκτυλος» είναι για τις πέντε κεντρικές του κορυφές στο μέσο του μήκους του (στο ύψος της Σπάρτης).
- Αλαγονία: Το δυτικό τμήμα του κεντρικού Ταϋγέτου, προς την πλευρά της Καλαμάτας (ανήκει στο Ν. Μεσσηνίας).
- Αη Λιάς: Το ψηλότερο σημείο του Ταϋγέτου. Εκεί βρίσκεται και το ομώνυμο εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία, όπου και οι κατασκηνώσεις κάθε καλοκαίρι των παιδιών της Ιεράς Μητροπόλεως Σπάρτης.
- Παλαιολόγοι-Κατακουζηνοί: Μεγάλες αυτοκρατορικές οικογένειες. Τις βρίσκουμε εκτός από την Κωνσταντινούπολη και σε πολλά άλλα μέρη. Είχαν σαν κέντρο την Καστροπολιτεία του Δεσποτάτου του Μυστρά.
- Νικηφόρος: Πρόκειται για τον υμνητή του Ταϋγέτου, Νικηφόρο Βρεττάκο, νεοέλληνα ποιητή και ακαδημαϊκό.
- Παντάνασσα-Γιάτρισσα: Προσωνύμια της Παναγίας στο Μυστρά και στο Μοναστήρι της Καστάνιας αντίστοιχα.
Δημήτριος Πουλημενάκος, Υποστράτηγος ε.α., Γύθειο – Απρίλιος 2015

Νικηφόρος Βρεττάκος -Ταΰγετος
Περιδιαβάζοντας τη Μάνη
Περιδιαβάζοντας τη Μάνη
(του Δημητρίου Πουλημενάκου)
–
Τη Μάνη περιδιαβάζοντας
σαν άλλος Παυσανίας,
ξεκίνησα απ’ το Ταίναρο
τα άδυτα του Άδη,
του Ποσειδώνα το Ιερό
ακρόβραχο της Μάνης.
–
Ο στοχασμός μου χάνεται
σε μύθους και σε θρύλους
σε Δράκους και σε Πειρατές
που λήστευαν τον τόπο
και σε Νεράιδες του γιαλού
που αφέντευαν τη Μάνη.
–
Προσκύνημα και προσευχή
σ΄αυτό τον άγιο τόπο,
το πέρασμα στα Ιερά
του Ταίναρου τα βράχια
Φασκομηλιά να Μυριστείς
Ρίγανη και Θυμάρι.
–
Ανέβηκα και στο Σαγιά
στην πιο ψηλή κορφή του
Είδα τη Μάνη ολόκληρη,
τη Μέσα και την Έξω.
Κι έστειλα χαιρετίσματα
σε Κρήτη και Τσιρίγο.
–
Ανοίγεται το μάτι σου
και χάνεται η μνήμη
σε μύθους και σε ήρωες
στου Πύρριχου τα πλάγια
στα Κάστρα τα θεόχτιστα
της πέρα Κελεφάς.
–
Πέτρα με πέτρα στη σειρά
η γη σου Ανδρογέννα,
κάθομαι και στοχάζομαι
Μανιάτης ταπεινός:
«Πατρίδα, Πίστη κι Αρετή
η πέτρα σου μυρίζει,
που τη λαξεύουν τα παιδιά
όπου της γης Μανιάτες».
–
Δάκρυ ελιάς η πέτρα σου
και θρήνος τα βουνά σου
Παιάνες για τα τέκνα σου
στο πέρασμα του χρόνου
Χίλια στεφάνια δάφνινα
της Μάνης μοιρολόγια
Θούριοι, Ύμνοι εθνικοί
για την Ελευθερία.
–
Ύστερα στον Ταΰγετο
πήγαν τα βήματά μου
και είδα απο ‘κει ψηλά
χωριά και πολιτείες
Είδα τα κάστρα τ’ Αλμυρού
τους Πύργους της Αβίας,
της Καρδαμύλης Εκκλησιές
μπαρουτοβολισμένες.
–
Σαν ευλαβής προσκυνητής
στο Μέγα Μοναστήρι,
της Παναγιάς της Γιάτρισσας
μπήκα για προσευχή
Ανοίγουν τα Ουράνια
νιώθεις κι εσύ θεός
η Γιάτρισσα προστάτιδα
όλων των Μανιατών.
–
Τ’ αγέρι του Ταΰγετου
σμίγει με υμνωδία
και άρωμα απλώνεται
λιβάνι και θυμάρι
Ύμνος στη Θεομήτορα
της μέλισσας τραγούδι.
–
Και από τον Ταΰγετο
φεύγω με μια ευχή:
«Το Ρόδο το Αμάραντο
Από ψηλά να σκέπει,
Όλου του κόσμου τα παιδιά
Και τα παιδιά της Μάνης».
–
Στα κακοτράχαλα βουνά
τα μαύρα του Πολυαράβου,
κάθησα κι αφουγκράστηκα
να δω τι θα μου πουν:
«Αντιλαλούν οι ρεματιές
και σειούνται τα ρουμάνια,
τα βράχια τα απόκρημνα,
οι αητοφωλιές»
–
Οι μοναχοί τα σήμαντρα
χτυπούν στα Μοναστήρια
και οι παπάδες στα χωριά
χτυπάνε τις καμπάνες:
«Η Μάνη αντιστάθηκε
στου Ιμπραήμ τ΄ ασκέρι.
Εδώ κατατροπώθηκαν
τα στίφη του Ιμπραήμ».
–
Και στο Διρό κατέβηκα
πήγα στο Ακρογιάλι.
Να δω Μανιάτισσες τρανές,
να δω και τα δρεπάνια
που πέταξαν στη θάλασσα
του Ιμπραήμ τ΄ ασκέρια.
«Αιώνιο Προσκύνημα
Όλων των Μανιατών
Αιώνιος ο Θαυμασμός
Όλων των Γενεών»
–
Όλοι με καλοδέχτηκαν,
με την καλή καρδιά τους
Με πήγανε στους Πύργους τους
κι άλλοι στα φτωχικά τους.
Μου έδειξαν τα «έχη» τους
μου ‘δειξαν τη σοδειά τους.
Κρασί απ’ τα αμπελάκια τους
και μέλι θυμαρίσιο,
το λάδι και το σύγκλινο
μεσ’ τα βαθιά πιθάρια.
«Νοικοκυραίοι άνθρωποι
Ολόθερμοι Πατριώτες
Μανιάτες με το Όνομα
και με Υ π ο γ ρ α μ μ ή».
–
Κατέβηκα στα Σπήλαια
μέσα στους Σταλαχτίτες,
κι αντάμωσα με τους θεούς
με Δράκους και Νεράιδες.
Σε πιάνει δέος! θαυμασμός!
σαν βλέπεις τα παλάτια
τη Μάνα τη Μανάτισσα
σε θρόνο καθισμένη
Γλυπτά αριστουργήματα,
έργα της θείας φύσης.
–
Πήγα στα πανηγύρια τους
πήγα και στις χαρές τους
Μανιατοπούλες λυγερές
να μπαίνουν στο χορό,
με φορεσιές Μανιάτισσας
ζωσμένες τα δρεπάνια
με τις δαντέλες στις ποδιές
πανέμορφες κυράδες.
«Σύμβολα του αγώνα τους
Για το δικό τους τόπο
Σύμβολα του αγώνα τους
Για την Ελευθερία»
–
Και απ’ το Διρό στο Οίτυλο
εκεί κατά το δείλι
Αντίκρισα μια ζωγραφιά
ν΄ απλώνεται στην πλάση
σαν ν’ αγκαλιάζει η Παναγιά
τη Μάνη πέρα ως πέρα
της αμφιλύκης χρώματα,
του ήλιου οι ανταύγειες.
–
Περνώντας από το Βαχό
είπα να ξαποστάσω,
κι από του Πόρου τις πηγές
κρύο νερό να πιώ.
Βγάζω από το δισάκι μου
ψωμί, ελιές, σταφύλια,
που μου ‘δωσαν οι φίλοι μου
από τη Μέσα Μάνη.
«Νοικοκυραίοι άνθρωποι
Φιλόξενοι Πατριώτες
Μανιάτες με το Όνομα
και με Υ π ο γ ρ α μ μ ή».
–
Κι όταν στο Γύθειο έφτασα
προτίμησα να μείνω
Στην πόλη την ηλιόλουστη
στην πόλη με τα φώτα
Στην πόλη των Ακαδημαϊκών
στην πόλη των Γραμμάτων
Στην πόλη που σεργιάνισε
ο Πάρης την Ελένη
Στην πόλη που ερωτεύτηκα
την πόλη που αγαπάω.
–
Γύθειο, πόλη της Έριδος
Θεών και Ημιθέων
Του Ηρακλή, του Απόλλωνα
και του Ολυμπίου Δία.
Της Αθηνάς, της Άρτεμης,
του Κάστορα, του Ερμή.
Να διεκδικούν τον κτήτορα
ποιός θα την διαφεντεύει.
Ηλιόλουστη σαν σήμερα
παλιά πόλη και νέα
Όλη να καθρεπτίζεται
στου λιμανιού τη γυάλα
Λαμπρό λιμάνι του Μωριά
και καύχημα της Μάνης.
……
Φεβρουάριος 2015
Αφιερωμένο στα παιδιά μου και στα εγγόνια μου
και σ’ ‘όλα τα παιδιά της Μάνης
Δημήτριος Πουλημενάκος
H Νεράιδα της Μάνης, βίντεο και μετάφραση στα αγγλικά
Από την eldimi eldimaki που ευχαριστώ ιδιαίτερα για την τιμή!
Εδώ καθόμουν καρτερώντας,
πλην μην καρτερώντας τίποτα,
πέρα από το καλό και το κακό,και πότε
χαιρόμουν το φως,πότε τον ίσκιο,κι ήσαν όλα
μόνο παιχνίδι,μόνο θάλασσα,μόνο μεσημέρι,
μόνο άσκοπος καιρός.
Και άξαφνα,ω φίλε, το Ένα γίνηκε Δύο…
Είναι ένα παραμύθι,μια ιστορία από εκείνες που νιώθουμε ότι ξέρουμε,που είναι τόσο γνώριμες ώστε χτυπάει το καμπανάκι του συναγερμού μέσα μας,για την χαμένη καταγωγή μας,και την νοσταλγία μας που πηγάζει από τα βάθη των αιώνων!
Ένα αστέρι,μια γυναίκα νεράιδα που το φως της εξαπλώνεται πάνω από τις σκιές της Μάνης,και που ο χρόνος κρατά το δικό του ημερολόγιο,στο άυλο γίγνεσθαι της αιωνιότητας…Σ΄αυτό το μαγικό τοπίο της Ελλάδος,στην Μάνη,στο σπήλαιο Δυρού,στα έγκατα της θάλασσας,και πέρα από τα ανθρώπινα πεπραγμένα,ο Βασίλης Πουλημενάκος βρέθηκε στο κοινό σημείο επαφής δυο κόσμων,του φθαρτού,και του άυλου,και έπεσε σε έκσταση »ποιητική» κοντά της…
Δικό του το κείμενο,η συνέχεια της ιστορίας στο βίντεο,και τον συστήνω,σε όσους ακόμη δεν τον γνωρίζουν
» Τάδε έφη Βασίλης Πουλημενάκος
Εικονοποίηση: eldimi eldimaki
Η Νεράιδα της Μάνης (Ανέκδοτο δισκογραφικά) ✿ڿڰ ♥ ♪♫Από το ομώνυμο βιβλίο Η Νεράιδα της Μάνης
Κείμενο: Βασίλης Πουλημενάκος
Μουσική: zero-project
Αφήγηση: Δήμητρα Τάμπαση – Ηθοποιός, ραδιοφ. παραγωγός
Μετάφραση στην Αγγλική γλώσσα: Τάνια Κρητικού
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τα σαίνια,τους συντοπίτες μου εδώ στην Καβάλα,που έχουν τις εκδόσεις Σαίτα.Κυκλοφορεί σε μορφή .pdf,και μπορείτε να το κατεβάσετε,και να το διαβάσετε ελεύθερα!
Σύνδεσμος: http://www.saitapublications.gr/2013/…
Επίσης η μουσική από το προσωπικό ιστολόγιο του μουσικοσυνθέτη : http://www.zero-project.gr/music/audi…
Το Κείμενο από το ιστολόγιο του Βασίλη Πουλημενάκου : https://vasilis67.wordpress.com/
και το κανάλι του στο Youtube: https://www.youtube.com/channel/UCbu8…
Faces book Δήμητρα Τάμπαση https://www.facebook.com/dimitra.tampasi
– Το ποίημα στην εισαγωγή της περιγραφής,είναι απόσπασμα από το ποιητικό έργο »Τάδε έφη Ζαρατούστρα » Φρειδερίκου Νίτσε
-Αποποίηση.Τα πνευματικά δικαιώματα του κειμένου ανήκουν στον Βασίλη Πουλημενάκο,η μουσικοσύνθεση στον zero-project,και αντιστοίχως στους προαναφερόμενους κατόχους.
Disclaimer.The Copyright of the text belonging to Vasilis Poulimenakos,the music composition the zero-project, and respectively in the above holders.
The Fairy of Mani
H «Νεράιδα της Μάνης» έχει απελευθερωθεί στους ουρανούς του διαδικτύου και στα Αγγλικά, στις εκδόσεις Σαΐτα (Αύγουστος 2014) με τον τίτλο «The Fairy of Mani» και τη μετάφραση της Τάνυας Κρητικού. Μπορείτε να διαβάσετε ή να κατεβάσετε δωρεάν το e-book εδώ
Title: The Fairy of Mani
Author: Vasilis Poulimenakos
ISBΝ: 978-618-5040-87-1
Contributors
Cover Page Design: Stefania Veldemiry
Translation from Greek: Tanya Kritikou
Editing: Tina Moschovi
Page layout: Iraklis Lampadariou
Description
The Fairy of Mani lives in the caves of Inner Mani and Oitylo but her favourite beach is Porto Cayo, located in the southern neighbourhood of Cape Tainaron. From centuries, the summers you will find her hang about there.
Sometimes she stands nailed on the tall rocks, at others she basks in Armenopetra, scanning the ships which sail timidly around Cape Maleas, and sending fortunate words and smiles. Most of the times, though, she is lost into the blue waters, transforms into mermaid, finds home in the sea bottom and saunters on the earth at nights…
This book has been flying on the Internet since August 2014.